
‘’Φασαρία που δεν σε αφήνει να ακούσεις και αλλοιωμένες εικόνες που δεν σου κάνουν ξεκάθαρο τι βλέπεις. Μια μόνιμη βιασύνη να προλάβουμε ένα απροσδιόριστο κάτι. Δρομολόγια που μπερδεύονται μεταξύ τους και μέσα σε αυτά άνθρωποι ακόμα πιο μπερδεμένοι ( ανέκφραστοι ή στην καλύτερη περίπτωση προσποιητά χαμογελαστοί) που δεν ξέρουν που θέλουν να καταλήξουν και αυτοί που ξέρουν που θα καταλήξουν, δεν θέλουν να καταλήξουν εκεί. Λέξεις που ούτε καν προσπαθούν να μπουν σε σωστή σειρά και προτάσεις με κανένα απολύτως νόημα. Καταφάσεις που σε κλάσματα δευτερολέπτων μετατρέπονται σε αρνήσεις και αρνήσεις ως η μόνη απάντηση σε οποιαδήποτε ερώτηση.’’
Όλο έτσι έλεγαν γι’ αυτήν , όλο έτσι άκουγα γι΄ αυτήν και όλα μα όλα τα πίστευα.
Δεν ξέρω αν τον άνθρωπο που έφυγε μια φορά μπορείς να τον ξαναεμπιστευτείς ότι δεν θα ξαναφύγει, πάντως είμαι σίγουρη πως ο άνθρωπος που φεύγει κάποια στιγμή επιστρέφει. Βλέπεις, τα πισογυρίσματα αποτελούσαν πάντα ένα μέρος του έργου, θα ΄πρεπε να το είχες μάθει έως τώρα. Κι η διαδρομή της επιστροφής; Μονόλογοι και επανασυνδέσεις, στιχομυθίες και χωρισμοί.