αυτά τα Σ’ αγαπώ δε στέγνωσαν στα χείλη… πότισαν με πόνο την αγάπη.
Μου ‘μαθαν πως η ευτυχία, είναι μια ματωμένη ιστορία!
αυτά τα Σ’ αγαπώ δε στέγνωσαν στα χείλη… πότισαν με πόνο την αγάπη.
Μου ‘μαθαν πως η ευτυχία, είναι μια ματωμένη ιστορία!
Τ’ αστέρια έντυσαν το σώμα σου κι
η σκέψη μου ξάπλωσε πάνω τους
Λες να ήθελε να τα βουλιάξει;
Να κρύψει το ουράνιο φως τους;
Αργά ή γρήγορα η επόμενη μέρα θα ξημέρωνε
Κι η λάμψη τους θα μας ταξίδευε σε μια ανεκπλήρωτη φυγή.
Για μια «διαχείριση»
θυσία κάναμε την πεθυμιά μας.
Θύμα και θύτης σε απόλυτη αρμονία
εγκλωβίστηκαν σε ένα σώμα που δεν κατάφεραν να φέρουν βόλτα.
Η φαντασία μου τα φταίει,
που έκανε το σώμα μου ν’ αισθάνεται όλα αυτά που κάνεις με το μυαλό σου…
γιατί χωρίς αυτή δεν θα είχαμε ζήσει τα ανεκπλήρωτά μας.
-Post by M Writinks-
Το μαξιλάρι μούσκεψα από τα συνωστιμένα δάκρυα.
Τα ξεβαμμένα μάτια μου, μαυρισμένες ζωγραφιές ξεπατίκωσαν επάνω σου.
Είναι φορές που από το μούδιασμα δεν αισθάνομαι κάποιο είδος πόνου,
ίσα που βλέπω τις μελανιές από το ανάλαφρο άγγιγμα σου.
Το μαξιλάρι θα μου μιλάει σε κάθε αναστεναγμό
σε κάθε νύχτα που με προσμένει,
πιστό στο ραντεβού μας.
Αυτή την αγκαλιά, που του φυλάω όλη μέρα, σε κανένα πούπουλο δεν σκόρπισα.
Post by M Writinks
M Writinks:
«Κάθε στιγμή απειλείται από τον κίνδυνο να είναι η τελευταία.
Αθάνατη είναι αυτή που δεν γεννήθηκε ποτέ»
E Writinks:
«Αθάνατη, μα Ανύπαρκτη. Ήδη πεθαμένη πριν να γεννηθεί.
Ήδη λησμονημένη πριν γίνει ανάμνηση.
Ήδη χαμένη πριν να βρεθεί.
Ήδη μου λείπει όποια στιγμή δεν κατάφερα να δω.»
Μοναξιά και πόνο ντύθηκες χαρά μου, ψάχνω πάλι να σε βρω.
Goodmorning friends!
We thank you for pressing the
button, entering the
WRITINKPAGE world.
Πως αφιερώνεις την πιο φωτεινή καλημέρα σ’ όλους εσάς που μας «βλέπετε» από μακριά.
Είναι μια γλυκιά συγκίνηση (μην γελάσετε) όταν βλέπεις πως αποκτάς φίλους από
Αμερική (USA) , Σουηδία(Sweden), Βέλγιο(Belgium), Πορτογαλία(Portugal), Ιταλία(Italy)
και τόσα μέρη.
Αναρωτιέσαι ποιοι είναι.
Όχι για κανα άλλο λόγο αλλά απλά για να τους πεις ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!
E & M Writinks
Το πεζοδρόμιο μάτωσε.
Κόπηκες στη μέση γερικό μου δέντρο.
Δε τα κατάφερες.
Δεν φταίγανε τα κάγκελα
η φυλακή μέσα σου σε τραυμάτισε,
σε κράτησε μαντρωμένο να στάζεις την «κολλώδη κόκκινη ουσία» που δήθεν γιατρεύει τις πληγές. Μη τυχόν και ακούσουν για «αίμα» , βλέπεις ταράζονται.
Εσύ που ρίζες είχες και όμως αποφάσισες να δραπετεύσεις παράδειγμα να γίνεις σε αυτούς.
Μ Writinks
Χάθηκες…
Έμεινε μονάχα μια υποψία γλύκας
σ’ ένα άδειο κουτάλι.
Μια τελευταία εικόνα σε ένα γλαφυρό όνειρο,
Μια λέξη που έσβησε στη βουή του δήθεν «όλα καλά»,
Ένα φύλλο που έπεσε πριν ακόμη κιτρινίσει.
Τόσο βιαστικά.
Δεν πρόλαβα κάτι παραπάνω να κρατήσω, έτσι,
Μέσα από τα χέρια μου,
Σε έχασα.
Αυτουργός μια καλοστημένης απάτης οδηγείται στην υπερβολή για να υπερασπιστεί τον εαυτό του, κάπου εκεί στο έσχατο σπαρτάρισμα, λίγο πριν το θάνατο του.
Ευάλωτοι αποκαλυπτόμαστε και συνάμα τόσο δυνατοί υπερασπιζόμαστε αυτό το ψέμα λες και δεν προφταίνουμε να ασχοληθούμε με την αλήθεια.
Σπαταλάμε χρόνο και δύναμη ανακυκλώνοντας μας,
περπατάμε νωχελικά προς το εδώλιο
και στεκόμαστε απέναντι στην Αλήθεια που μας δικάζει,