Και σ’ αφήνω στο pause ενώ το forward πατάς εσύ είναι τότε που οι στιγμές τρέχουν να σε προλάβουν σχεδόν τυφλές από τα μάτια που θόλωσαν στο πέρασμά σου.
Και σ’ αφήνω στο pause ενώ το forward πατάς εσύ είναι τότε που οι στιγμές τρέχουν να σε προλάβουν σχεδόν τυφλές από τα μάτια που θόλωσαν στο πέρασμά σου.
Άρση απόπλου, θέση απαγορευτικού. Θαλάσσιες φωνές, ουρλιαχτά αέρα. Όλα υπέροχα πνιγμένα στην αστάθεια των κυμάτων και σε στρόβιλους μεθυσμένης άμμου.
Κάπου εκεί θα μας δεις, στο διάφανο κενό.
Χρονόμετρο το ξύλινο τραπέζι της βεράντας.
Παρατηρητές, οι βράχοι.
Πρωταγωνιστής, το νησί.
Ορίζει κι επιβάλλει ο χρόνος τη σιωπή.
Οι λέξεις τρίβονται στη στεγνή γλώσσα. Ματώνει στην προσπάθεια να τις γεννήσει. Στο τέλος τις φτύνει κι εκείνες άχαρα κολλάνε στον πάτο της στιγμής.
Έχεις βρεθεί στο πουθενά
Το ξέρεις και σε ξέρει.
Έλα, μη διστάζεις.
Βάλε την καρέκλα σου εδώ,
Δίπλα μου.
Κάθισε αναπαυτικά
Στο τεντωμένο μου σκοινί.
Βλέπεις;
Η άβυσσος έχει χώρο για όλους.
Κάποτε πίστευα πως Υπάρχεις
Κάποτε θέλησα να Σε βρω
ήταν τότε που μ’ άκουσα να Σε καλώ.
Κάποτε…
Ίσως μάταια χωρίς σκοπό.
Τώρα λέω πως είτε ψάξω είτε όχι
Κρυφή και πάλι η Ύπαρξή Σου
Άνισος ο αγώνας στο διηνεκές.
Καμπάνες,
ηχούν τα λόγια σου στ’ αυτιά μου
και σηκώνομαι.
Σ’ ένδειξη προσοχής η ψυχή μου στρέφεται στους ήχους σου.
Οι Άνθρωποι δεν αλλάζουν.
Παλιά πίστευα τ’ αντίθετο.
Τώρα σκέφτομαι πως είναι αρκετό να το ελπίζω.
People do not change. I used to believe the opposite.
Now I only think that hoping is the next best stage.
Graffiti talks in a town that voices have chosen to stop.
It’s only your colours that made my head turn.
Keep trying.
It’s hard to scare me,
But you did wake me.
Maybe, one day you will stop saying that you will forgive me not.
Οι πόρτες μας. Κλειστές, ανοιχτές, κατεστραμμένες, καλοφτιαγμένες, γυαλισμένες, ετοιμόρροπες. Άλλες μπαίνουν τώρα σε σπίτια που χτίζονται και θα έρθει η στιγμή που θ’ ανοίξουν σε σένα, σε μένα, σε όλους. Τις κοιτάζω κι αναρωτιέμαι αν οι πόρτες έχουν δικό τους χαρακτήρα ή αν δανείζονται αυτό των ιδιοκτητών τους. Εμείς κάνουμε τις πόρτες, σκέφτομαι. Εμείς όμως δείχνουμε ποιοι είστε, μου απαντούν.
Τις κοιτώ. Συνομιλία στο κενό.
Τέρμα θα πω στις οφθαλμαπάτες της αγάπης
Τέρμα θα πω στον κλαυσίγελο των ημερών
Ας πάψει πια η παρωδία, καθαρή στο Νέο Χρόνο να μπω
Κουράστηκα,
το σώμα γυρτό, βαρύ από τις σκέψεις του μυαλού που το τραβούν στη γη να το καρφώσουν
Κάποιος μίλησε για έναν φάρο στο βάθος της ουρανογραμμής
Είναι γραφτό μου να τον βρω ή άθελα με το κεφάλι σκυφτό θα προσπεράσω;