Πόσες φορές άραγε αντέχει να σκιστεί η καρδιά?
Πολλές, πίστεψε με.
Η γνώση της γιατρειάς της ανήκει.
Όσο περισσότερο αιμορραγεί τόσο καλύτερα θα γίνει.
Ο πόνος τρέφει την καρδιά
Ο πόνος την δυναμώνει
Κι η δική μου θα γίνει τρανή!
Πόσες φορές άραγε αντέχει να σκιστεί η καρδιά?
Πολλές, πίστεψε με.
Η γνώση της γιατρειάς της ανήκει.
Όσο περισσότερο αιμορραγεί τόσο καλύτερα θα γίνει.
Ο πόνος τρέφει την καρδιά
Ο πόνος την δυναμώνει
Κι η δική μου θα γίνει τρανή!
Στιγμή, πόσο σκληρή μαζί μου γίνεσαι αφού μονάχα στο λεπτό της πίκρας και της θλίψης μου, μακραίνεις την παραμονή σου.
Στο χώρο της αναμονής η στιγμή μπορεί να σου λυγίσει τα πόδια, να σε εξοντώσει. Να χάσεις το φως ή οτι είναι φως για σένα.
Είναι το σημείο που αναρωτιέσαι γιατί έφτασες εκεί,
Πως το επέτρεψες,
Τι σε τράβηξε σ αυτό τον τόπο του μαρτυρίου.
Κι όλο γυρίζει στη γλώσσα το μόνιμο γιατί.
Μα πως ν απαντήσει ένα στόμα στυφό, δίχως σάλιο, δίχως να τρέμει η φωνή.
Πως να σκεφτεί το μυαλό καθαρά, πως να δει πιο μπροστά, όταν σε όνειρα πτώματα πλέον πατά.
Μύρισε το σαπισμένο των πτωμάτων η πατρίδα.
Όχι από εκείνους που άδικα και πρόωρα χάθηκαν στο τίποτα του χρόνου που όλους μας περιμένει.
Όχι από εκείνους που αγνοούνται και γεμίζουν την καρδιά μας με ψεύτικη ελπίδα, γίνονται βαρίδια, κρέμονται μ’ αγκίστρι από τις καρδιές μας κι ανοίγουν μεγαλύτερη τρύπα στην ήδη αιμοραγούσα πληγή μας.
Όχι από όλους εμάς, που σέρνουμε με βαριά βήματα τη ζωή που ένοχα κουβαλάμε
Είναι από τα αστέρια το σαπισμένο που μυρίζει. Έπεσαν βαριά κι αναπάντεχα δίπλα μας, χωρίς ένα λόγο. Δίχως αντίο έσβησαν, άφησαν καμμένο και μαύρο τον ουρανό να κοιτά.
Το βλέμμα ψηλά ν’ ανέβει δεν αντέχει πια.
Αττική
Μαύρος Ιούλιος 2018
Ζω για όλα αυτά τα καλοκαίρια που δεν έζησα ακόμη
Ζω για όλα αυτά που θέλω να ξαναζήσω
Ζω γιατί ήταν δύσκολο να ανοίξω την πόρτα της αλλά εκείνη μου την κρατά ανοιχτή
Ζω για το πάθος που ρέει στις φλέβες της
Ζω σήμερα σαν να μην περιμένω το αύριο με αυτή τη συνεχώς ανοιχτή αγκαλιά.
Ζω για τη ζωή.
Αγκάθια με τρυπούν και το σώμα γεμίζει ηδονή.
Το πικρό χαμόγελο που ανθίζει είναι για σένα μα δεν θέλω να φανεί.
Δεν θέλω να το δεις. Δεν θέλω να σε δω.
Θελω να γίνεις φύλλο
Κι εγώ αγέρας να σε φυσήξω
Για μια στιγμή μονάχα θα κοπάσω ίσα για να προλάβω να σ´ αγγίξω
Εσοχές του μυαλού γεμίζουν εικόνες καινούριες μόνο για να τονίσουν τις ήδη υπάρχουσες αγαπημένες.
Έρωτας μαγικός
Μοναδικός
Ανεπίτρεπτος
Απροσπέλαστος σαν γιγάντιος ύφαλος
Και κάπου εκεί στην αυγή εσύ
Σύννεφο που ταξιδεύει μέσα σε μια πνοή.
Πληρότητα,
Μόνο οι στιγμές του έρωτα δίνουν.
Αδειοσύνη,
Μεγαλειώδη και απροσπέλαστη μόνο
Έρωτας αφήνει
…Φύγε
Έτσι τα δάκρυα διέξοδο βρίσκουν και τραβούν το δρόμο της κάθαρσης.
Μόνο αυτά.
Όλα τα υπόλοιπα θα κυλιστούν στο βούρκο των απροσδόκητων συναισθημάτων, θα γίνουν πέτρες και απλά, ρυθμικά θα με χτυπούν.
Μην κοιτάξεις πίσω, το βλέμμα χαμηλωμένο θα έχω να μην σε δω.
Κοίτα με απο ψηλά.
Δανεικό άστρο
Που έτυχε να βρεθείς στο πέρασμα μου
Που έτυχε να σε κοιτάξω κατάματα
Και τελικά το συναπάντημα μ’ οδήγησε στην επιτούτου λήθη
Είναι όμορφα εδώ κι ήσυχα
Μην με ρωτάς για τότε
Δεν θέλω, δεν μπορώ να θυμάμαι
Μουδιάζω
Θυμίζει κάτι σαν να είχα καταπιεί τις πεταλούδες του κόσμου κι εκείνες χαμένες μα χαρούμενες τίναζαν τα φτερά τους μέσα μου και ξεκίναγαν φουρτούνα
Πως τα κατάφερναν, τόσο δα ψυχές.
Λύθηκαν πάλι τα γόνατα μου
Ήμουν όμορφα εδώ στη λήθη, στο είπα.
Το ταξίδι σου κοντά μου με έκοψε στα δυό, σκαρί υποταγμένο σε κεραυνό
Κι όλα αυτά στη σιωπή.
Κλεμμένη θα ναι η λαλιά, έστω κι ένα φωνήεν αν ακούσεις.
Τα βαλα με τα φωνήεντα Δεν θέλω να ξέρω πως υπάρχουν. Θυμίζουν το τότε το γεμάτο ιαχές χαράς κι ενθουσιασμού. Το χώρο τους κατέλαβε η σιωπή.
Δύσκολες οι νύχτες μα αφόρητα τα πρωινά.
Ο ήλιος αρνείται τα μάτια του ν ανοίξει.
Το φως του γυρίζει ανάποδα λες από την αναγούλα στο στομάχι. Ήταν σ άλλα μέρη τη νύχτα που πέρασε μα το μυαλό του εδώ. Κι έτσι το ξημέρωμα του είναι σοκαριστικά μοναχικό. Τραβάει τις αχτίδες του μέχρι να δει πως θα φωτίσει εκεί που πρέπει, εκεί που θέλει.
Στο περίπου της πραγματικότητας, σε βλέπω στο θολωμένο από ζέστη ουρανό, στο ασημένιο φύλλο μιας ελιάς που καρποφορεί.
Σκιτσάρω στην αμμουδιά το περίγραμμά σου κι ηδονικά βλέπω να γλύφει τη μορφή σου το κύμα.
Στο περίπου της πραγματικότητας είσαι ένας ψίθυρος εκκωφαντικός.