Υπάρχει κάτι γνώριμο εδώ
αφιερωΜένο σε σένα πΟυ μου το έμαθες καΙ σε σένα που ποτέ δε θα μποΡέσω να στο Αφιερώσω.
Υπάρχει κάτι γνώριμο εδώ
αφιερωΜένο σε σένα πΟυ μου το έμαθες καΙ σε σένα που ποτέ δε θα μποΡέσω να στο Αφιερώσω.
Ναι-
και εγώ σε θεωρώ υπαίτιο-
η απουσία σου-
είναι κομμάτι ολόδικό σου.
Από τη Φύση μας γεννηθήκαμε ανθεκτικοί στον πόνο
ή πιο σωστά τοποθετηθήκαμε σ’ ένα πλαίσιο με απόλυτη συνισταμένη τον χρόνο
Για να ξεχνάμε..
Αργά ή γρήγορα ό,τι προκάλεσε την ενόχληση και έπειτα τον πόνο
Θα το ξεχνάμε…
Χωρίς να το συνειδητοποιήσουμε, αμέτοχοι στην ίδια μας τη ζωή,
Κάθε απόλαυση θα παίρνει τον τίτλο του προτύπου
και μετά θα το ξεχνάμε…
Κοίταξε να δεις πόση σημασία δίνουμε σε όλα αυτά που έρχονται και φεύγουν
Σ’ αυτά που τόσο χρόνο και φαιά ουσία απαιτούν.
Σ’ όλα αυτά που ήρθαν με σκοπό να ξεχαστούν.
Στην ίδια τη Ζωή
Άρση απόπλου, θέση απαγορευτικού. Θαλάσσιες φωνές, ουρλιαχτά αέρα. Όλα υπέροχα πνιγμένα στην αστάθεια των κυμάτων και σε στρόβιλους μεθυσμένης άμμου.
Κάπου εκεί θα μας δεις, στο διάφανο κενό.
Χρονόμετρο το ξύλινο τραπέζι της βεράντας.
Παρατηρητές, οι βράχοι.
Πρωταγωνιστής, το νησί.
Ορίζει κι επιβάλλει ο χρόνος τη σιωπή.
Οι λέξεις τρίβονται στη στεγνή γλώσσα. Ματώνει στην προσπάθεια να τις γεννήσει. Στο τέλος τις φτύνει κι εκείνες άχαρα κολλάνε στον πάτο της στιγμής.
Λέξεις σε Υπερθέρμανση
Αισθήσεις σε Υπερδιέγερση
Σώματα σε Υπερένταση
Ρε δεν αντέχει η καρδιά στην υπερβολή
αναβάλει για λίγο την υπεροψία των συναισθημάτων
για να επιστρέψει με έναν αλάνθαστο τρόπο να ξεκοκκαλίσει ό,τι έζησε στον υπερθετικό βαθμό.
Σέ έκανα σκιά μου
για να σε έχω συντροφιά.
Επάνω στους κόκκους ήρθες και στάθηκες
καλοσχηματισμένη κόρη.
Γίναμε για λίγο ένα
μέχρι ο Ρους να μας ξεβράσει..
Ατίθασο άτι η σκέψη
καλπάζει στη γη σου.
Κουρσεύει την κοιλάδα,
Τους λευκούς λόφους, τα ξέχειλα ποτάμια.
Πίνει νερό στις λίμνες
Και ξαποστένει στο φως που εκπέμπουν οι δυό σου ήλιοι.
-Λες είμαι της στιγμής. Με αδικείς.
-Έτσι σ’ ονομάζω.
-Με λοιδωρείς!
-Ανάμεσα στα όχι μου, τα ίσως και τα ναι
Είσαι μέσα μου, σ’ ακούω, τ’ αυτιά μου καις.
-Είμαι εδώ, Παρών! Υποκλίνομαι, ο άγνωστος εαυτός.
Κι αν βρυχάμαι, μην φοβηθείς.
Τ’ αυτιά μην καλύπτεις, άσε τα μάτια ανοιχτά
Την πόρτα μην κοιτάς, κράτα την κλειστή.
Τρέχεις; Δεν θα πας μακριά.
Κοίτα με, έλα κράτα με, για μια ζωή θα περπατάμε αγκαλιά.
Έχεις βρεθεί στο πουθενά
Το ξέρεις και σε ξέρει.
Έλα, μη διστάζεις.
Βάλε την καρέκλα σου εδώ,
Δίπλα μου.
Κάθισε αναπαυτικά
Στο τεντωμένο μου σκοινί.
Βλέπεις;
Η άβυσσος έχει χώρο για όλους.